Παρασκευή 8 Απριλίου 2011

Απομνημονεύματα Στ. Γονατά κατά τα έτη 1907 - 1922


Απομνημονεύματα Στ. Γονατά , Αθήναι 1958
Περίοδος 1907 – 1922.
Το 1907 αποχαιρέτησε την οικογένεια του προκειμένου να αναλάβει υπηρεσία στο προξενείο της Αδριανούπολης, διαδεχόμενος τον πρόξενο Δημαρά. Πλήρης αδράνεια επικρατούσε στη Θράκη καθώς οι Βούλγαροι λόγω του πεδινού εδάφους δεν είχαν τολμήσει να εξαπολύσουν διωγμούς και ένοπλο αγώνα , όπως στη Μακεδονία. Εκεί γνώρισε τον Σάρρο , γυμνασιάρχη στην πόλη, ο οποίος επί διετία είχε διατελέσει επιθεωρητής των εν Μακεδονίας σχολείων και ο οποίος διατηρούσε επαφή με το ελληνικό προξενείο στη Θεσσαλονίκη , μεριμνώντας για την εθνική υπόθεση ( σελ 17,18). Στην πόλη η Βουλγάρικη παρουσία ήταν μηδαμινή. Τον Ιούλιο του 1907 ανέλαβε οριστικός πρόξενος ο Νικόλαος Ξυδάκης. Επισκέφθηκε την Σόφια, Φιλιππούπολη, Βελιγράδι. Η σύνθεση του πληθυσμού αποτελούνταν σε σύνολο 1.030.000 κατοίκων από  510.000 Τούρκους, 365.000 Έλληνες, 110.000 Βούλγαροι και 45.000 Εβραίοι, Αρμένιοι κλπ. Όλοι οι Έλληνες ήσαν ελληνόφωνοι πλην 35.000 ξενόφωνων ήτοι: 14.100 βουλγαρόφωνοι, 13.100 αλβανόφωνοι, 7.200 τουρκόφωνοι και 600 σερβόφωνοι.
Μικρασιατική εκστρατεία (από 8 Ιουλίου 1919 έως 3 Σεπτεμβρίου 1922)
Στις 6 Αυγούστου 1919 ανέλαβε διοικητής Πεζικού της 1ης Μεραρχίας η οποία στάθμευε στο Αϊδίνι. Όλα τα σπίτια των Ελλήνων ήσαν καμένα , όπως και οι εκκλησίες τους , από τους Τούρκους, όταν αναχώρησαν τα ελληνικά στρατεύματα και ακολούθησε η σφαγή του Αϊδινίου και η τραγική σφαγή των προσκόπων της πόλης. Η μεραρχία αποτελούνταν από το 4ο και 5ο σύνταγμα πεζικού και το 1/38 σύνταγμα ευζώνων. Στις 15 Σεπτεμβρίου 1919 φθάνει ο στρατηγός Κωνσταντίνος Νίδερ για να αναλάβει διοικητής της Στρατιάς κατοχής στη Μικρά Ασία. Στο Αϊδίνη  υπήρχαν συνεχείς επιδρομές από αντάρτικες ομάδες Τούρκων αλλά και από ληστές οι οποίοι εκτός από κλοπές έπαιρναν και ομήρους, ζητώντας λύτρα για την απελευθέρωση τους. Το μεσημέρι στις 7 Ιουνίου 1920 από αεροπλάνο ρίχθηκε η πρώτη διαταγή του Γενικού Στρατηγείου για την προπαρασκευή γενικής επίθεσης ήτοι συγκέντρωση των μονάδων από τους καταυλισμούς, μείωση των δυνάμεων προκάλυψης , συμπλήρωση εφοδιοπομπών δι΄ επιτάξεως κτηνών. Η μεγάλη εξόρμηση άρχισε την 10η Ιουνίου του 1920. Στις 8 Αυγούστου 1920 τελέσθηκε μνημόσυνο για τους νεκρούς προσκόπους του Αίδινίου. Στις 14 Οκτωβρίου 1920 ο αρχιστράτηγος Παρασκευόπουλος  επιθεώρησε τις υπηρεσίες της βάσεως στη Σμύρνη. Οι εκλογές που διεξήχθησαν την 1η Νοεμβρίου 1920 οδήγησαν σε ήττα της βενιζελικής παράταξης. Κυβέρνηση σχηματίσθηκε από τον Δ. Ράλλη με τη συμμετοχή και του Γούναρη. Οι αξιωματικοί του μετώπου απευθύνθηκαν στον Γονατά ζητώντας του να συντάξει επιστολή ζητώντας από την Αθήνα να μην στείλει στο μέτωπο όλους τους ανίκανους απότακτους αξιωματικούς προς προσωπική τους ικανοποίηση και σε βάρος του στρατού.
Στις 9 Νοεμβρίου 1920 αφίκετο στη Σμύρνη ο Υποστράτηγος Παπούλας ,  ο οποίος μόλις είχε εξέλθει από τις φυλακές. Οι κατηγορίες σε βάρος του Πλαστήρα αποδείχθηκαν ψευδείς καθώς ο Πλαστήρας αποδείχθηκε πρότυπο διοικητή Συντάγματος και την προεκλογική περίοδο είχε απαγορεύσει οποιαδήποτε ανάμειξη. Απόδειξη προς αυτό ήταν η αγάπη των ανδρών του οι οποίοι τον λάτρευαν παρά το γεγονός ότι οι ίδιοι , στην πλειοψηφία τους ήσαν αντιβενιζελικοί.  Οι προσφορές του Ετέμ Βέη για κοινή δράση εναντίον του Κεμάλ συνάντησαν την αντίδραση και την επιφυλακτικότητα του Στεργιάδη  ο οποίος και τους υπενθύμισε παρόμοιες προσφορές του Γιουρούκ  Αλή και Δεμερτζή εφέντη οι οποίες κατέληξαν σε φιάσκο. Σε ότι αφορά την προέλαση ήδη άρχισαν να παρουσιάζονται δυσκολίες σε ότι αφορά τον εφοδιασμό καθώς δεν υπήρξαν δρόμοι ή αν υπήρχαν ήσαν κατεστραμμένοι ενώ τα πλευρά των συγκοινωνιών ήσαν ακάλυπτα.
Όταν ο πρωθυπουργός Καλογερόπουλος επέστρεψε από το συνέδριο του Λονδίνου παραιτήθηκε και πρωθυπουργός ανέλαβε ο Δημήτριος Γούναρης που σχημάτισε κυβέρνηση με υπουργό στρατιωτικών τον Θεοτόκη. Έγινε ανασύσταση του παλαιού Γενικού Επιτελείου υπό τον Δούσμανη. Στις 25 Μαρτίου απενεμήθησαν αθρόα , παράσημα σε όλους τους εξ αποτάξεως επανελθόντες αξιωματικούς χωρίς να παρασημοφορηθεί κανείς από τους αξιωματικούς που υπηρετούσαν στο μέτωπο εξαναγκάζοντας τον στρατηγό Κονδύλη να γράψει επιστολή στον πρωθυπουργό αναφέροντας του ότι σχηματίζεται η εντύπωση ότι η κυβέρνηση αμείβει τους ημέτερους που δεν προσέφεραν καμία υπηρεσία στο μέτωπο.
Στις 26 Ιουνίου 1921 άρχισε η νέα εξόρμηση του Στρατού. Η αντίσταση των Τούρκων ήσαν μεγάλη και οι απώλειες και από τις δυο πλευρές ήσαν μεγάλες. Δράση τουρκικής αεροπορίας και αγανάκτηση για την απουσία της αντίστοιχης ελληνικής. Ο εχθρός σταδιακά αποκτά την πρωτοβουλία των κινήσεων. Την 10 Δεκεμβρίου 1921 τουρκικό αεροπλάνο έριξε προκηρύξεις στα ελληνικά , οι οποίες έγραφαν: Τι θέλετε σεις στη Μικρά Ασία όπου σας έφεραν οι διάφοροι κεφαλαιοκράτες , οι οποίοι και πλουτίζουν από τον πόλεμο και οι αξιωματικοί οι οποίοι παίρνουν γαλόνια , ενώ εσείς χύνετε το αίμα σας τη στιγμή που η μητέρα σας και οι αδελφές σας πεινούν στα χωριά σας. Για να τελειώσει ο πόλεμος ένα μέσον υπάρχει. Να αυτομολήσετε προς εμάς, οι οποίοι θα σας περιποιηθούμε και όταν τελειώσει ο πόλεμος θα σας στείλουμε στην πατρίδα σας.
Ήρθε και η διαταγή περί χορηγήσεως 15ημερων αδειών σε αναλογία 5% για τους οπλίτες και 3% για τους αξιωματικούς. Θα πρέπει όμως να επανέλθουν οι πρώτοι αδειούχοι για να φύγουν οι επόμενοι. Αυτό θα χρειασθεί 1,5 μήνα και υπάρχει φόβος ότι δεν θα επανέλθουν όλοι.  Ενδεικτικό του κλίματος που επικρατούσε στο στράτευμα τις αρχές του 1922 ήταν και το γεγονός ότι τον Ιανουάριο του 1922 στασίασε το 49 σύνταγμα πεζικού το οποίο αρνήθηκε να εκτελέσει μεταστάθμευση. Το σύνταγμα αυτό αποτελείτο από διάφορα μαζέματα και εφέδρους μεγάλης ηλικίας και είχε 6 μόλις μόνιμους αξιωματικούς και ανώτερο μόνο το διοικητή αυτού. Ο Χειμώνας του 1922 ήταν ιδιαίτερα δριμύς ταλαιπωρώντας τον στρατό μας. Η διάσκεψη των Παρισίων στις 10 Μαρτίου 1922 πρότεινε ανακωχή μεταξύ των εμπολέμων , διάρκειας 3 μηνών με προοπτική  ανανέωσης. Στις 27 Μαρτίου πληροφορήθηκαν οι στρατηγοί ότι ο Κεμάλ δέχεται την ανακωχή με τον όρο να αποσυρθεί ο στρατός από τη γραμμή Εσκί Σεχήρ – Κιουτάχεια – Αφιόν  και εντός 4 μηνών από τη Μικρά Ασία. Ο Υπουργός Οικονομικών Πρωτοπαπαδάκης αποφασίζει  να διχοτομήσει το κυκλοφορών νόμισμα προκειμένου το δημόσιο να αντλήσει χρήματα από τους πολίτες του (1 ½ δισεκατομμύρια δραχμές).
Αδικαιολόγητες μετακινήσεις στρατευμάτων από τον Παπούλα και τον Πάλη εξαιτίας εικονικών επιθέσεων Τούρκων αυξάνουν τη δυσφορία του στρατεύματος. Ένταση στις σχέσεις Παπούλα – Στεργιάδη καθώς ο Στεργιάδης τον κατηγορεί ότι δεν περιορίζεται μόνο στα στρατιωτικά του καθήκοντα , αλλά αναμιγνύεται και στην πολιτική, προβαίνοντας σε  δηλώσεις και συνεννοήσεις με πολιτικά πρόσωπα. Τον Μάιο του 1922 κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού η κυβέρνηση Γούναρη έλαβε 161 ψήφους  υπέρ έναντι 160 κατά. Μετά από το αποτέλεσμα αυτό παραιτήθηκε ο Γούναρης και ο σχηματισμός της νέας κυβέρνησης ανατέθηκε στον Στράτο. Όμως η κυβέρνηση δεν έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από την βουλή. Κατόπιν αυτού σχηματίσθηκε κυβέρνηση συνασπισμού Γούναρη – Στράτου υπό την προεδρία του Πρωτοπαπαδάκη η οποία και έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από την βουλή. Στις 15 Μαϊου αντικαθίσταται  λόγω ηλικίας ο Παπούλας από τον Χατζηανέστη, προκαλώντας κατάπληξη σε όλο το στράτευμα καθώς ήταν γνωστός ο ασυμβίβαστος και ορμητικός χαρακτήρας του. Ο Παπούλας είχε κατορθώσει να διοικήσει αμερόληπτα και με σωφροσύνη και είχε κερδίσει τη συμπάθεια του στρατού. Μόλις ανέλαβε τα καθήκοντα του ζήτησε να πληροφορηθεί από την ηγεσία της στρατιάς για το ηθικό του στρατεύματος. Η δε έκθεση ανέφερε τα εξής:
1.       Οι μόνιμοι αξιωματικοί παραπονούνται ότι δεν γίνεται καμία διάκριση από την υπηρεσία μεταξύ των μαχόμενων και των μη
2.       Οι έφεδροι αξιωματικοί παραπονούνται ότι αυτοί στέλνονται στο μέτωπο ενώ οι μόνιμοι στη Σμύρνη και ότι δεν γίνονται μονιμοποιήσεις εφέδρων αν και έχουν προσφέρει άριστες πολεμικές υπηρεσίες
3.       Όλοι φοβούνται ότι οι θυσίες και το αίμα που χύθηκε θα πάνε χαμένα εξ αιτίας κακών χειρισμών της κυβέρνησης και
4.       Οι οπλίτες παρουσιάζουν σημάδια ψυχικής και σωματικής κόπωσης. Πολλοί ανυπότακτοι δεν διώκονται ενώ οι τραυματίες μόλις θεραπευθούν ξαναστέλνονται στο μέτωπο.
Στις 15 Ιουνίου 1922 διαταγή της στρατιάς καθόριζε νέες διοικήσεις για τα 4 σώματα στρατού, προκαλώντας νέα αναταραχή στο στράτευμα.
Με την αριθ. 18042/24-6-1922 ο Γονατάς αναλαμβάνει τη διοίκηση της ΙΙ Μεραρχίας. Αρχίζει να ενισχύεται το σώμα Θράκης με μεταφορά μονάδων από το μέτωπο. Μετά από διαβουλεύσεις  και συσκέψεις η Αθήνα αποφασίζει να κηρύξει τη Δυτική Μικρά Ασία ανεξάρτητο αυτόνομο κράτος. Στις 14 Ιουλίου 1922 κοινοποιήθηκε η απόφαση αυτή στις μεγάλες δυνάμεις Αγγλία , Γαλλία και Ιταλία και στις 17 του ίδιου μήνα ο Στεργιάδης , ως ύπατος αρμοστής εξέδωσε διάγγελμα προς τους πληθυσμούς του κατεχόμενου τμήματος.
Το μέτωπο έχει εξασθενήσει επικίνδυνα καθώς ο Χατζηανέστης έχει μεταφέρει περί τις 20.000 στρατό από το μικρασιατικό μέτωπο στη Θράκη, όμως τα σχέδια του ματαιώνονται εξαιτίας της αντίδρασης  των μεγάλων δυνάμεων. Το τέλος πλησιάζει.
Τον μοιραίο Αύγουστο η σήψη του στρατεύματος και η συνεχής υποχώρηση κάτω από το βάρος των τουρκικών επιθέσεων έχει προσλάβει δραματικές διαστάσεις. Χαρακτηριστικά αναφέρει «Σε εμφάνιση λίγων ιππέων διαλύονταν ολόκληρα τάγματα. Παρατάνε ορειβατικά πυροβόλα και πυρομαχικά για να καβαλικέψουν τα άλογα, φθάνουν δε μέχρι του σημείου να πετούν τα ίδια τους τα όπλα για να τρέχουν γρηγορότερα» . Η δε μεραρχία ιππικού προηγείται των άλλων τμημάτων κατά την υποχώρηση και «οπλίτες και βαθμοφόροι σπεύδουν να καταλάβουν τα βαγόνια μέχρι και τις στέγες τους, και κανείς δεν είναι ικανός να τους κατεβάσει. Κανένα μέτρο ανάσχεσης των  φυγάδων δεν είναι δυνατό να ληφθεί. Οποιοδήποτε φράγμα ανατρέπεται από το πλήθος και την ορμή των φυγάδων. Η διοίκηση της Στρατιάς κωφεύει παρά τις συνεχείς εκκλήσεις του Γονατά και άλλων αξιωματικών ο δε Χατζηανέστης ουδεμία διαταγή ή οδηγία υπέγραφε θεωρώντας ότι απαλλάσσεται των ευθυνών του για τα όσα συνέβαιναν. Πέραν της αποδυνάμωσης του μετώπου με τη μεταφορά μονάδων στη Θράκη στον Χατζηανέστη χρεώνεται και η διάλυση των παλαιών Βόρειου και Νότιου συγκροτήματος της Στρατιάς , γεγονός το οποίο προκάλεσε την πλήρη οργανωτική διάλυση της στρατιάς. Κατά την υποχώρηση παρατηρούνται λεηλασίες και από έλληνες στρατιώτες που πλέον έχουν μεταβληθεί σε όχλο.
Ο Γονατάς κάνει λόγο για 150 έως 200.000 σφαγιασθέντες από τους Τούρκους. Την 1 Σεπτεμβρίου 1922 αρχίσει να επιβιβάζεται η μεραρχία του στα πλοία . Η συμβολή του Ελληνικού κράτους για την σωτηρία των προσφύγων είναι στις κρίσιμες αυτές στιγμές μηδαμινή. Την ώρα της καταστροφής η Κυβέρνηση δίνει εντολή στο ιππικό του στρατού να κατευθυνθεί όχι στη Θράκη αλλά στην Αθήνα εξ αιτίας του φόβου πολιτικών αναταραχών. Στις 3 Σεπτεμβρίου 1920 και ώρα 1.15 πρωινή δόθηκε το σύνθημα προς άπαρση των πλοίων.
Τέλος στη Μυτιλήνη που αποβιβάζεται η ΙΙ Μεραρχία η πρώτη εντύπωση είναι θλιβερή καθώς πρόσφυγες κατακλύζουν τους δρόμους , τις πλατείες , τις εκκλησίες  ενώ η απουσία οποιασδήποτε κρατικής μέριμνας είναι εμφανής .
Πλέον ήρθε η ώρα η πληγωμένη και προδομένη στρατιά της Μικράς Ασίας να ορθώσει και πάλι το ανάστημα της με την επανάσταση του 1922..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου